Μήνυση vs Αγωγή : Οι κυριότερες διαφορές
Η Αγωγή, εντάσσεται στην Πολιτική Δικαιοσύνη, και αποτελεί το ένδικο βοήθημα με το οποίο ζητεί κάποιος να υπαχθεί μια διαφορά προς επίλυση στα πολιτικά δικαστήρια. Προβλέπεται και ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και αφορά κυρίως διαφορές Αστικού και Εμπορικού Δικαίου, δηλαδή ως επί το πλείστον διαφορές περιουσιακής φύσεως μεταξύ ιδιωτών ή εμπόρων.
Μια
ερώτηση που μου κάνουν πολύ συχνά οι πελάτες μου είναι «ποια είναι η διαφορά μεταξύ μήνυσης και αγωγής».
Παρακάτω θα προσπαθήσω να σας εκθέσω με τον απλούστερο δυνατό τρόπο τις
διαφορές μεταξύ Μήνυσης και Αγωγής, ούτως ώστε να αποφεύγεται η νοηματική
σύγχυση μεταξύ των δύο νομικών εννοιών.
Kατ΄ αρχάς, Μήνυση είναι η καταγγελία μίας
αξιόποινης πράξης προς τα αρμόδια κρατικά όργανα της Πολιτείας εκ μέρους
οποιουδήποτε προσώπου. Μέσω αυτής ζητείται η επέμβαση της δικαιοσύνης, προκειμένου
να αποδοθούν ευθύνες και να επιβληθούν στο δράστη οι προβλεπόμενες στο νόμο
ποινές (είτε στερητικής της ελευθερίας ποινή όπως κράτηση, φυλάκιση, κάθειρξη,
είτε χρηματική ποινή, πρόστιμο κ.λπ.) για το αδίκημα που έχει διαπράξει.
Λέγοντας αρμόδια κρατικά όργανα εννοούμε είτε τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα,
είτε τους ανακριτικούς υπάλληλους (π.χ αστυνομία κλπ).
Όταν η καταγγελία προς τις αρμόδιες Αρχές γίνεται από τον ίδιο τον παθόντα
ή τον αδικηθέντα τότε μιλάμε για Έγκληση.
Ουσιαστικά δηλαδή μήνυση και έγκληση αποτελούν συγγενείς έννοιες, με την
διαφορά ότι στην πρώτη περίπτωση (μήνυση) η καταγγελία στην αρμόδια αρχή μπορεί να γίνει από οποιοδήποτε πρόσωπο, ενώ
στη δεύτερη (έγκληση) η καταγγελία γίνεται από τον ίδιο τον παθόντα.
Κατά κανόνα ισχύει η αρχή
της αυτεπάγγελτης δίωξης των εγκλημάτων στη κίνηση της ποινικής δίωξης σε
περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου και υπάρχουν επαρκή
αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος ορισμένου προσώπου. Κατ’ εξαίρεση, σε κάποιες περιπτώσεις όπως η εξύβριση,
η δυσφήμηση, η συκοφαντική δυσφήμηση, η απειλή, η αυτοδικία, η φθορά ξένης
ιδιοκτησίας( 381 Π.Κ.), υφαιρέσεις, σωματική βλάβη από αμέλεια κ.λ.π., η ποινική
δίωξη ασκείται μόνο με την εμπρόθεσμη (εντός τριμήνου) ανακοίνωση της
αξιόποινης πράξης από τον ίδιο τον παθόντα στις αρχές, διαφορετικά χάνεται
το δικαίωμα για την υποβολή της έγκλησης και δεν μπορεί να ασκηθεί ποινική
δίωξη. Οι περιπτώσεις αυτές ορίζονται στον νόμο και αφορούν τα κατ’ έγκληση διωκόμενα εγκλήματα.
Αρμόδια δικαστήρια για την εξέταση της μηνύσεως είναι τα ποινικά
δικαστήρια.
Σκοπός τώρα της μήνυσης είναι όπως προαναφέραμε η τιμωρία του δράστη μίας
άδικης πράξης, και όχι η οικονομική αποκατάσταση του θύματος. Η τελευταία
μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με την άσκηση αγωγής στα πολιτικά δικαστήρια, για
την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.
Η Αγωγή, εντάσσεται στην Πολιτική Δικαιοσύνη, και αποτελεί το ένδικο βοήθημα με το οποίο ζητεί κάποιος να υπαχθεί μια διαφορά προς επίλυση στα πολιτικά δικαστήρια. Προβλέπεται και ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και αφορά κυρίως διαφορές Αστικού και Εμπορικού Δικαίου, δηλαδή ως επί το πλείστον διαφορές περιουσιακής φύσεως μεταξύ ιδιωτών ή εμπόρων.
Μέσω αυτής το πρόσωπο που την ασκεί επιδιώκει, σε βάρος του
προσώπου κατά του οποίου στρέφεται, είτε την οικονομική αποκατάσταση του (π.χ. αγωγή
αποζημίωσης), είτε την καταδίκη του σε μία πράξη ή παράλειψη (π.χ. σε επίδειξη
εγγράφου, σε απαγόρευση χρήσεως επωνυμίας που δημιουργεί σύγχυση στις
συναλλαγές), είτε την διάπλαση μίας έννομης σχέσης μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων
(π.χ. αγωγή διαζυγίου, αίτηση ρύθμισης της επικοινωνίας τέκνου με το γονέα του).
Στην πράξη συνηθίζεται να ασκούνται παράλληλα, τόσο η αγωγή όσο και η
μήνυση, π.χ. σε περίπτωση συκοφαντικής δυσφήμησης, το ποινικό Δικαστήριο
αποφασίζει για την τέλεση ή όχι του εγκλήματος για το οποίο κατηγορείται ο
δράστης και για το ύψος της ποινής που θα επιβληθεί, ενώ το αστικό δικαστήριο καθορίζει
το ύψος της τυχόν αποζημίωσης για την ζημία που υπέστη ο ζημιωθείς από την τέλεση της αδίκου
πράξεως.
Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στη μήνυση το ποινικό δικαστήριο εκδίδει
την απόφαση του συνήθως αυθημερόν, εκτός και αν για κάποιον λόγο διακοπεί η
συνεδρίαση του Δικαστηρίου και συνεχιστεί η διαδικασία μία άλλη μέρα, οπότε, σε
αυτή την περίπτωση, η απόφαση εκδίδεται εκείνη την ημέρα. Αντίθετα, στην
περίπτωση της αγωγής, η απόφαση εκδίδεται μετά από αρκετό διάστημα, ανάλογα πάντα
με τη διαδικασία και το είδος της διαφοράς της υπόθεσης.